Η Άννα φεύγει
κι ο βοριάς έχει κοπάσει
λαχταράει να την προφτάσει
μα εκείνη φεύγει
και τα δέντρα στην αυλή της
τις ρίζες λύνουν
να πετάξουνε μαζί της.
Μάταια το σύννεφο
ζητά να μπει στη μέση
να σταματήσει
τον τροχό δε θα μπορέσει
μονάχα ο Ζέφυρος
την αύρα του θα στείλει
στις μυγδαλιές
να της κουνούν λευκό μαντήλι.
Την πόλη, λίβας
τη διψά σαν περιβόλι
τρυπάει το δάκρυ
του φτωχού και καίει σαν βόλι
φεύγει το χέρι
που του χάριζε το χάδι
της παρηγόριας το κερί
μες στο σκοτάδι.
Φτερά λευκά
φτερά πελώρια ανοίγουν δρόμο
πάνω απ' τη γη
κι απ' τον ανθρώπινο το νόμο
κοντά σ' Εκείνον
η ψυχή της φτερουγίζει
γιατί Ένας είναι
Βασιλιάς κι Αυτός ορίζει.
Την είχα δει
καθώς σκαρφάλωνε το λόφο
το φως μοιράζοντας
και διώχνοντας το ζόφο
κι άλλοτε πάνω
στον βαρύ πικρό της θρόνο
μου 'στελνε γέλιο
και χαρά κι αγάπη μόνο.
Μα τώρα φεύγει
κι η καρδιά ψελλίζει αντίο
να με κρατάς
πολύ σφιχτά, θα κάνει κρύο...
Ζ.Κ.
...ex favilla...