Σινε “ΛΟΥΞ” απόψε: δυο Τούρκικα...
Μαμά πρωτόπα στα χέρια της γιαγιάς μου.
Η προσφυγοπούλα από την Οινόη είχε χάσει
δυο από τα πέντε της παιδιά από αρρώστιες.
Πολλές φορές ρωτήθηκα πως γίνεται αυτή να ήταν παιδί της.
Λένε πως όταν ήρθε αυτή να με πάρει, γαντζώθηκα πάνω στη γιαγιά μου
και φώναζα μαμά!
Αν δε μ' έδινε τότε, ίσως όλα να ήταν διαφορετικά
Όμως δεν είδε τους λύκους.
Άλλωστε, λύκοι υπάρχουν μόνο στα παραμύθια.
Έτσι μ' έδωσε.
Το άστρο της Οινόης
Ψυχή χαρίζω σ' όποιον στείλει
δυο στάλες λάδι στο καντήλι
όνειρα που 'σβησεν ο χρόνος
κι ο βασιλιάς βαδίζει μόνος.
δυο στάλες λάδι στο καντήλι
όνειρα που 'σβησεν ο χρόνος
κι ο βασιλιάς βαδίζει μόνος.
Στέρεψ' η γη κι ο ουρανός μου
στην άκρη αυτή τ' απάνω κόσμου
σβήνω τ' αχνάρια, δε θ' αφήσω
να τρέξει ο άγγελος ξωπίσω.
στην άκρη αυτή τ' απάνω κόσμου
σβήνω τ' αχνάρια, δε θ' αφήσω
να τρέξει ο άγγελος ξωπίσω.
Μην έρθει γράμμ' αυτό το βράδυ
μην ξεχειλίσει το σκοτάδι
κι έχω καράβι ν' αρματώσω
τους πειρατές για ν' ανταμώσω.
μην ξεχειλίσει το σκοτάδι
κι έχω καράβι ν' αρματώσω
τους πειρατές για ν' ανταμώσω.
Κανείς τους δε θα μου πειράξει
το θησαυρό που σου 'χα τάξει
τις μέρες που απ' εκεί με πήρες
κι εκείνο το πουγκί τις λίρες.
το θησαυρό που σου 'χα τάξει
τις μέρες που απ' εκεί με πήρες
κι εκείνο το πουγκί τις λίρες.
Τη γη θα κρύψω που γυρίζει
κανείς το γέλιο δε χαρίζει
και τα ρολόγια σε μιαν άκρη
κανείς δεν ξέρει αυτό το δάκρυ.
κανείς το γέλιο δε χαρίζει
και τα ρολόγια σε μιαν άκρη
κανείς δεν ξέρει αυτό το δάκρυ.
Ύστερα, μες στα δυο μου χέρια
θα πάρω μι' αγκαλιά μ' αστέρια
κι απ' τον Αϊ Γιώργη στην πατρίδα
τη βυσσινιά σου την ψηφίδα.
θα πάρω μι' αγκαλιά μ' αστέρια
κι απ' τον Αϊ Γιώργη στην πατρίδα
τη βυσσινιά σου την ψηφίδα.
Το ξέρω, πίσω στο μπαλκόνι
θ' ανάψει κάποτε η οθόνη
θα 'ρθω κι εγώ να σ' ανταμώσω
κι ότι έχω σώσει θα σου δώσω.
...μοτοσυκλέτα; το μεράκι για τη μηχανή... τρώγε τώρα...
θ' ανάψει κάποτε η οθόνη
θα 'ρθω κι εγώ να σ' ανταμώσω
κι ότι έχω σώσει θα σου δώσω.