Άνοιξη
Την Άνοιξη τη φέρνει ένα λουλούδι
στην πάχνη που φυτρώνει της νυχτιάς
τ' ανθρώπινο της γης αυτής το χνούδι
δρεπάνι σαν θερίζει και χιονιάς.
Ξεχείλισε της πίκρας το κατράμι
κομπάρσος ο θεός, δε μας κοιτά
το κόκκινο πλημμύρισε ποτάμι
τους κάμπους, τις πλατείες, τα στενά.
Ο μίσχος πέφτει μόνος, γονατίζει
το αίμα γίνετ' άλικη πηγή
να βάφει, να ξεπλένει, να ποτίζει
τον πάπυρο, τ' αλέτρι, το σπαθί.
Τα πέταλα που σκόρπισε τ' αγέρι
τα φύλλα που σκορπίστηκαν στη γη
τα πόδια που σκευρώσαν στο μαδέρι
τα χέρια που τσακίσαν στο μυστρί.
Την Άνοιξη τη φέρνουν τα χελδόνια
που πέφτουν και ματώνουν τις γιορτές
οι μάνες που στοιχειώνουν τα μπαλκόνια
τα φύλλα και το χώμα στις αυλές.
Ξεχύνονται κοπάδια, ροβολάνε
οι λύκοι ξεμυτάνε κι αλυχτούν
μα κι αν μυριάδες σέρνουν δε γελάνε
ο ένας τους τρομάζει και ριγούν.
Αρχίνησαν οι σκλάβοι το τραγούδι
τα φλάμπουρα σηκώσαν οι τυφλοί
την Άνοιξη τη φέρνει ένα λουλούδι
κομμένο κάποιου Μάη τη ροδαυγή.
No comments:
Post a Comment