Αν είσαι διαφορετικός -το ‘μαθες πια, ζεις μ’ αυτό- δε σε θέλουν.
Αυτό δε σε πειράζει.
Κάποτε, έτσι αναπάντεχα, κάποιος σε θέλει γι’ αυτό που είσαι.
Γι’ αυτό το “εξαιρετικό” που είσαι.
Βαριούνται σύντομα οι θεατές -πότε ήρθανε;- και χάνεται μαζί τους.
Δε θα σου πει ποτέ ότι σε κορόιδεψε. Απλά ότι, όχι γιατί.
Το γιατί το ξέρεις. Μπορούσε.
Αυτό σε πειράζει...
Cartero
Δέρμα που το ‘ραψε κλωστή
λόγια βαριά σαν πέτρα
μέτρα, προστάζει μια φωνή
τα βήματα σου μέτρα.
Το χιόνι κρύβει τα στενά
ο λίβας τα στεγνώνει
μαύρα ρουμάνια σκοτεινά
κι η μέρα τα ματώνει.
Μονάχα ο χρόνος γελαστός
τρέχει μπροστά και γνέφει
ιδρώνει πίσω του ο πιστός
κι ο ξένος επιστρέφει.
Ο λύκος ρίχνει τ’ άλογο
τα μάτια το πιστόλι
η πείνα λύνει το ζυγό
τα λόγια καιν την πόλη.
Θα σε κεράσω τ’ Αι Γιαννιού.
Χίλιες φορές να φύγεις.
Κάψε το σπίτι τ’ αλλουνού.
Τις Κυριακές με πνίγεις.
Χάνετ’ Εκείνος πριν το φως
σαρώνει Αυτός που παίρνει
στ’ αστέρια ξάλαφρος, κενός
ο σάκος γυροφέρνει.
Κάποτε, έτσι αναπάντεχα, κάποιος σε θέλει γι’ αυτό που είσαι.
Γι’ αυτό το “εξαιρετικό” που είσαι.
Βαριούνται σύντομα οι θεατές -πότε ήρθανε;- και χάνεται μαζί τους.
Δε θα σου πει ποτέ ότι σε κορόιδεψε. Απλά ότι, όχι γιατί.
Το γιατί το ξέρεις. Μπορούσε.
Αυτό σε πειράζει...
Cartero
Δέρμα που το ‘ραψε κλωστή
λόγια βαριά σαν πέτρα
μέτρα, προστάζει μια φωνή
τα βήματα σου μέτρα.
Το χιόνι κρύβει τα στενά
ο λίβας τα στεγνώνει
μαύρα ρουμάνια σκοτεινά
κι η μέρα τα ματώνει.
τρέχει μπροστά και γνέφει
ιδρώνει πίσω του ο πιστός
κι ο ξένος επιστρέφει.
τα μάτια το πιστόλι
η πείνα λύνει το ζυγό
τα λόγια καιν την πόλη.
Θα σε κεράσω τ’ Αι Γιαννιού.
Χίλιες φορές να φύγεις.
Κάψε το σπίτι τ’ αλλουνού.
Τις Κυριακές με πνίγεις.
σαρώνει Αυτός που παίρνει
στ’ αστέρια ξάλαφρος, κενός
ο σάκος γυροφέρνει.
No comments:
Post a Comment