...άνοιξε ξάφνου το κουτάκι -δε μου 'χε πει το παραμικρό- και τον είδα για πρώτη φορά.
Θυμάμαι, το ίδιο ξαφνικά -εγώ που φοβάμαι και δε φιλώ- την άρπαξα, τη φίλησα
και... σφίχτηκε πάνω μου...
Ύστερα
Ο φίλος μου βουβάθηκε
και θέλει πια να φύγει
στο κομοδίνο στάθηκε
κι αυτή η ματιά με πνίγει.
Δεν πρόκαμε να μου το πει
γι’ αυτούς που περιμένουν
πως δεν αλλάζουν οι θεοί
κι οι άνθρωποι πεθαίνουν.
Ο φίλος μου λυπήθηκε
στου μπαλκονιού την άκρη
το γέλιο μου θυμήθηκε
και μ’ άφησ’ ένα δάκρυ.
Ύστερα πήδηξε μακριά
να βρει το παραμύθι
μου ‘δινες φίλε τη χαρά
ας μου ‘φερνες τη λήθη.
Πρόλαβε μόνο να μου πει
για κείνη που ‘χα ταίρι
να μην πιστέψω τη βροχή
κι ας κρύφτηκε τ’ αστέρι.
Και μια φωνούλα θ’ αντηχεί
τις νύχτες που κοιμάται
μα δε θα ξέρει να μου πει
τα λόγια μου αν θυμάται.
...να δεις που θέλει να με φιλήσει...
No comments:
Post a Comment